Με την με αρ. 11528/2024 απόφαση του ΜΔΠρωτΑθηνών έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή κτηνιάτρων υπηρετούντων στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αναφορικά με την αξίωσή τους για καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας:
…
14. Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι με το άρθρο μόνο της, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 4024/2011, εκδοθείσας υπ’ αρ. οικ.2/16519/0022/2012 Κ.Υ.Α. αποφασίσθηκε η χορήγηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, σε συγκεκριμένες κατηγορίες (ειδικότητες) υπαλλήλων, μεταξύ των οποίων, στους συντηρητές πειραματόζωων των νοσοκομείων και τους σφαγείς και εκδορείς ζώων και πτηνών, με κριτήριο τόσο τη φύση των ασκούμενων καθηκόντων, υπό την έννοια ότι οι υπάλληλοι αυτοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είναι πιθανόν να εκτεθούν σε νοσογόνους παράγοντες και γενικότερα να επιβαρυνθεί η υγεία τους, όσο και το χώρο στον οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Στην προκείμενη περίπτωση, από τις προσκομισθείσες βεβαιώσεις των Προϊσταμένων των υπηρεσιών των εναγόντων, προκύπτει ότι, οι ενάγοντες είναι επιφορτισμένοι με επικίνδυνα για την υγεία τους καθήκοντα, καθόσον διενεργούν διαγνωστικές μεθόδους για πληθώρα παθογόνων μικροοργανισμών που προκαλούν ζωοανθρωπονόσους, όπως λ.χ. λύσσα, γρίπη πτηνών, εγκεφαλίτιδες κ.α., και συγκεκριμένα εξετάζουν δείγματα αίματος, ιστών, κ.α. από ύποπτα ή ασθενή ζώα, που μπορούν να τους μολύνουν και να προκαλέσουν βλάβη στην υγεία τους, εξετάζουν δείγματα τροφίμων, ζωοτροφών και ζωικών υποπροϊόντων, και εν γένει χειρίζονται παθολογικό υλικό που ενδέχεται να είναι μολυσμένο με μικροβιακούς παράγοντες, διενεργούν νεκροψίες – νεκροτομές υπό συνθήκες έντονης και δυσάρεστης οσμής σε αδέσποτα αλλά και δεσποζόμενα ζώα, που βρίσκονται σε κατάσταση αρχόμενης ή γενικευμένης σήψης, ενδεχομένως, με άγνωστο ιατρικό παρελθόν και με δυνητικό επομένως κίνδυνο παρουσίας πολλαπλών παθογόνων παραγόντων (μικρόβια, βακτήρια, ιοί, παράσιτα, κ.α.) που μεταδίδονται από τα ζώα στους ανθρώπους, και τα οποία (ζώα) είναι ύποπτα δηλητηρίασης-τοξίκωσης, από ουσίες τοξικές και επιβλαβείς για την υγεία του, χειρίζονται επικίνδυνο εξοπλισμό, όπως νυστέρια, κλίβανους αποστείρωσης υψηλών θερμοκρασιών κλπ., ενώ κάνουν χρήση τοξικών, καυστικών και διαβρωτικών υλικών, προϊόντων απολυμάνσεων, κλπ., τα οποία λόγω της τοξικής δράσης τους μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές σωματικές βλάβες, λ.χ. χημικά εγκαύματα, χρόνια αναπνευστικά και δερματικά προβλήματα, και μακροπρόθεσμα να οδηγήσουν σε αλλεργική ευαισθητοποίηση και νεοπλασματική νόσο, ο συνήθης δε χώρος παροχής της εργασίας τους είναι τα εργαστήρια, τα νεκροτομεία ζώων, τα σφαγεία, μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες κλπ., ήτοι εν γένει χώροι μειωμένης υγιεινής που εγκυμονούν αυξημένους κινδύνους για την υγεία. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγοντες τελούν σε ουσιωδώς όμοιες συνθήκες με τους συντηρητές πειραματόζωων των νοσοκομείων και με τους σφαγείς και εκδορείς ζώων, οι οποίοι είναι δικαιούχοι του ένδικου επιδόματος, καθότι εκτίθενται στους ίδιους επαγγελματικούς κινδύνους με κριτήριο τόσο τη φύση των καθηκόντων τους όσο και τον τόπο παροχής της εργασίας τους. Επομένως, ο αποκλεισμός των εναγόντων από την καταβολή του ένδικου επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση του νόμου εις βάρος τους, η οποία παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγόμενου.