Με την 8859/2024 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών-Τμήμα 31ο Μονομελές, αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει σε ενάγοντες κτηνιάτρους αποζημίωση, η οποία αντιστοιχεί στο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, ύψους 150 ευρώ, που παρανόμως δεν τους καταβλήθηκε:
…
12. Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι με το άρθρο μόνο της, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 4024/2011, εκδοθείσας υπ’ αρ. οικ.2/16519/0022/2012 Κ.Υ.Α. αποφασίσθηκε η χορήγηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, σε συγκεκριμένες κατηγορίες (ειδικότητες) υπαλλήλων, μεταξύ των οποίων, στους συντηρητές πειραματόζωων των νοσοκομείων και τους σφαγείς και εκδορείς ζώων και πτηνών, με κριτήριο τόσο τη φύση των ασκούμενων καθηκόντων, υπό την έννοια ότι οι υπάλληλοι αυτοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είναι πιθανόν να εκτεθούν σε νοσογόνους παράγοντες και γενικότερα να επιβαρυνθεί η υγεία τους, όσο και το χώρο στον οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Στην προκείμενη περίπτωση, από τις προσκομισθείσες βεβαιώσεις των Προϊσταμένων των υπηρεσιών των εναγόντων, προκύπτει ότι, οι ενάγοντες είναι επιφορτισμένοι με επικίνδυνα για την υγεία τους καθήκοντα, καθώς κατά τον έλεγχο των ζώων και των προϊόντων ζωικής προέλευσης (για τους απασχολούμενους σε ΣΥ.Κ.Ε. και άλλες υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ), κατά την εκπαίδευση των κρεοπωλών και των σφαγέων (για τους υπηρετούντες σε Σχολές Επαγγελμάτων Κρέατος) και κατά τη διενέργεια νεκροτομών σε ύποπτα ή ασθενή ζώα και μικροβιολογικών και παρασιτολογικών αναλύσεων (για τους εργαστηριακούς κτηνίατρους – αναλυτές) έρχονται σε άμεση επαφή με ασθενή ζώα, με δυνητικά μολυσμένα προϊόντα και υποπροϊόντα ζωικής προέλευσης, με επικίνδυνο παθολογικό υλικό και μολυσματικούς παράγοντες και προβαίνουν σε χρήση αιχμηρών αντικειμένων και επικίνδυνου εργαστηριακού εξοπλισμού, ο δε συνήθης χώρος παροχής της εργασίας τους και συγκεκριμένα, τα εργαστήρια για τους εργαστηριακούς κτηνίατρους, τα εργαστήρια κρέατος, τα τεμαχιστήρια, τα κρεοπωλεία, τα σφαγεία κλπ. για τους υπηρετούντες σε Σχολές Επαγγελμάτων Κρέατος, οι ψυκτικοί θάλαμοι και εν γένει χώροι μειωμένης υγιεινής λόγω της άμεσης επαφής με ζώα και προϊόντα ζωϊκής προέλευσης για τους υπηρετούντες σε ΣΥ.Κ.Ε. και σε λοιπές υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ συνιστούν περιβάλλοντα που εγκυμονούν αυξημένους κινδύνους. Εξάλλου, οι κίνδυνοι στους οποίους είναι εκτεθειμένοι οι δημόσιοι κτηνίατροι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους επιβεβαιώνονται τόσο από τα προσκομισθέντα τα παραρτήματα I και III του πδ 102/2020 που ενσωμάτωσε την οδηγία 2000/54/ΕΚ για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία, όσο και από το ερωτηματολόγιο που υπέβαλε το ίδιο το εναγόμενο (ΥΠΑΑΤ) προς υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 18 ν. 4354/2015, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 396 του ν. 4512/2018, για την αναμόρφωση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγοντες τελούν σε ουσιωδώς όμοιες συνθήκες με τους συντηρητές πειραματόζωων των νοσοκομείων και με τους σφαγείς και εκδορείς ζώων, οι οποίοι είναι δικαιούχοι του ένδικου επιδόματος, καθότι εκτίθενται στους ίδιους επαγγελματικούς κινδύνους με κριτήριο τόσο τη φύση των καθηκόντων τους όσο και τον τόπο παροχής της εργασίας τους. Επομένως, ο αποκλεισμός των εναγόντων από την καταβολή του ένδικου επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση του νόμου εις βάρος τους, η οποία παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγόμενου.