Το ενημερωτικό μου σημείωμα προς την Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ για την δικαστική διεκδίκηση 13ου και 14ου μισθού:
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΕΠΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΑΓΩΓΩΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ
Η πλειοψηφία της απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ σε πλείστα σημεία της συνδέει την κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας με την ανάγκη «άμεσης απόδοσης και αποτελεσματικότητας των επιβαλλόμενων μέτρων για τον περιορισμό του δημόσιου ελλείμματος» και ότι αποτελεί «άμεσο μέτρο για την αντιμετώπιση της, κατά την εκτίμησή του, συνεχιζόμενης οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης».
Υπάρχουν εν τούτοις και σημεία στα οποία το μέτρο κρίνεται ότι αποσκοπεί τόσο στην κάλυψη των άμεσων οικονομικών αναγκών της Χώρας και την αντιμετώπιση των ιδιαίτερα αυξημένων ελλειμμάτων, «όσο και στη βελτίωση της μελλοντικής δημοσιονομικής κατάστασής της (βλ. σχετικές αναφορές στο εγκριθέν με το ν. 4046/2012 Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής καθώς και στην αιτιολογική έκθεση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016), δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών, που συνιστούν σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, δυνάμενους να δικαιολογήσουν, κατ’ αρχήν, τη λήψη μέτρων περιστολής μισθολογικών δαπανών του Δημοσίου (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 3372, 3373/2015, 3404-3406/2014, 3177/2014, 1286/2012, σκ. 16, 668/2012, σκ. 35), δεδομένου ότι συνδέεται με την εκπλήρωση υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση».
Στην ίδια «μακροπρόθεσμη κατεύθυνση», δηλαδή sτο ότι το επίδικο μέτρο δεν συνδέεται μόνον με την άμεση εξοικονόμηση δαπανών για την αντιμετώπιση του ελλείμματος, αλλά και με τον μακροπρόθεσμο στόχο της αποτελεσματικής και βιώσιμης δημοσιονομικής πορείας της Χώρας, ενόψει της συμμετοχής της της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, κινείται η σκέψη της πλειοψηφίας της ΟλΣτΕ 1316/2019 σύμφωνα με την οποία «Σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών θεσπίστηκε το προαναφερόμενο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, για τα έτη 2013-2016, βάσει της από Ιουλίου 2012 μελέτης του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών με τίτλο «Επισκόπηση δαπανών Γενικής Κυβέρνησης 2013-2016». Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, εντοπίστηκαν δαπάνες, η περικοπή των οποίων συμβάλλει σε «αποτελεσματικό και βιώσιμο περιορισμό των ελλειμμάτων». Ειδικά σε σχέση με τη μισθολογική δαπάνη, στη μελέτη διαπιστώθηκε ότι παραμένει σε υψηλά επίπεδα παρά τις παρεμβάσεις που έγιναν από το έτος 2010. Στην ίδια, άλλωστε, διαπίστωση της υψηλής μισθολογικής δαπάνης, ειδικά σε σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, προέβησαν και οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε. Εξάλλου, τα επιδόματα εορτών και αδείας δεν συνιστούν απόλυτα προνόμια και ο περιορισμός των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων με την κατάργηση τους δικαιολογείται για λόγους γενικού συμφέροντος, που αποσκοπεί στη διασφάλιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και στη μείωση των δημοσίων δαπανών της Χώρας και, κατά συνέπεια, το μέτρο αυτό ανταποκρίνεται επίσης στους σκοπούς που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή στη διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών μελών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ και στην εξασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ζώνης του ευρώ (πρβλ. ανωτέρω απόφαση Γενικού Δικαστηρίου ΕΕ Τ-531/14, σκ. 89, 90).»
Καταλήγει δε η μειοψηφία «Και τούτο, διότι η κρίση του Δικαστηρίου περί αντισυνταγματικότητας των ανωτέρω διατάξεων του ν. 4093/2012 αφορά τις διατάξεις του νόμου αυτού και μόνον, όσον αφορά δε το μέλλον, ο νομοθέτης προδήλως δεν κωλύεται να προβεί σε νέα ρύθμιση του ζητήματος των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και επιδόματος αδείας, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι αυτή θα στηρίζεται σε τεκμηριωμένες εκτιμήσεις και σε σύμφωνα με το Σύνταγμα κριτήρια, διαφορετικά από εκείνα που κρίθηκαν αντισυνταγματικά με τις προαναφερθείσες αποφάσεις της Ολομελείας.»
Επίσης, κατά την αιτιολογική έκθεση του ν.4354/2015:
«Η χορήγηση οποιωνδήποτε άλλων παροχών ή αποζηµιώσεων εν γένει, πέραν των προβλεπόµενων στο µι σθολογικό αυτό νόµο επιτρέπεται µόνο µε τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος, προκειµένου να αποφεύγεται το φαινόµενο διάσπαρτων µισθολογικών διατάξεων που οξύνουν το φαινόµενο της πολυνοµίας και την έλλειψη κωδικοποίησης σχετικών διατάξεων».
Λαμβάνοντας υπόψη: 1) το ότι μεταξύ του χρόνου δημοσίευσης των αποφάσεων των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας και της σημερινής συγκυρίας έχουν ληφθεί πλείστα μέτρα για την προώθηση δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων ιδίως στο πεδίο της φορολογίας, ενώ προσφάτως ανακοινώθηκαν αυξήσεις στον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα, στις συντάξεις, αλλά και στους μισθούς του Δημοσίου, 2) ότι κατά τη σημερινή συγκυρία δεν υφίστανται οι επιτακτικοί και επείγοντες δημοσιονομικοί λόγοι που το 2012 υπαγόρευσαν την πλήρη κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας στο Δημόσιο, 3) ότι η μειοψηφία της ΟλΣτΕ 1369/2019 καταλείπει περιθώριο επαναξιολόγησης του μέτρου σε μελλοντικά νομοθετήματα θέτοντας ως προϋπόθεση το ότι η κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας θα στηρίζεται σε τεκμηριωμένες εκτιμήσεις και σε σύμφωνα με το Σύνταγμα κριτήρια, διαφορετικά από εκείνα που κρίθηκαν αντισυνταγματικά με πλείστες αποφάσεις της Ολομελείας του ΣτΕ την κρίσιμη χρονική περίοδο (2012 και εντεύθεν), 4) ότι εκ πρώτης όψεως δεν προκύπτει ότι τέτοιες ειδικές μελέτες προηγήθηκαν της ψήφισης του ν.4354/2015, καθότι η αιτιολογική του έκθεση δεν τις επικαλείται, αλλά φέρεται να συνδέει την μισθολογική αναπροσαρμογή σε όλο το φάσμα του Δημοσίου με τη δέσµευση της Ελληνικής Κυβέρνησης έναντι των εταίρων της, στο πλαίσιο της νέας Μεσοπρόθεσµης Δηµοσιονοµικής Στρατηγικής, η οποία ασφαλώς πρέπει να μελετηθεί επισταμένως στο εάν και κατά πόσον συνδέει την μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα της Ελλάδος με την διατήρηση της επίμαχης κατάργησης των επιδομάτων εορτών και αδείας, 5) το γεγονός ότι έχουν παρέλθει 9 έτη από την ψήφιση του ν.4354/2015 και 12 έτη από την ψήφιση του ν.4093/2012, 6) την ιστορικότητα και διαχρονικότητα της καθιερώσεως των επιδομάτων εορτών και αδείας με τον α.ν. 1502/1950 (φ. 216 Α`) και τον ν. 1811/1951 (φ. 141 Α`), και την μακρά ιστορική τους επιβίωση (από το 1950-1951 και εφεξής), όπως και το γεγονός ότι συνδέονται αμέσως με την προστατευόμενη από το Σύνταγμα (άρθρα 2, 5, παρ. 1 και 21) κοινωνική και οικογενειακή ζωή, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί στην ελληνική πραγματικότητα τα τελευταία τουλάχιστον 60 χρόνια:
ΣΥΜΠΕΡΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ:
1) Παρίσταται νομικά δυνατή η έγερση αγωγών διεκδίκησης των επιδομάτων εορτών και αδείας με επίκληση πλέον αντισυνταγματικότητας του ν.4354/2015 προκειμένου να επανεξεταστεί η προσφορότητα/αναγκαιότητα διατήρησης του μέτρου από τα Ανώτατα Δικαστήρια (κάτι τέτοιο έχει συμβεί πολλάκις πρβλ. αντί πολλών τις παραπεμπτικές ΣτΕ 612 και 614/2022 και ΟλΣτΕ 904,905/2024 αναφορικά με την συνταγματικότητα της διατήρησης του μέτρου του clawback).
2) Παρίσταται νομικά δυνατή η υποβολή αιτήματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας να κρατήσει προς εκδίκαση τέτοια αγωγή με το θεσμό της πρότυπης δίκης, καθότι φαίνεται ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 ν.3900/2010, προκειμένου να επιλυθεί οριζοντίως το συγκεκριμένο γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα που επηρεάζει αόριστο κύκλο προσώπων.
Αθήνα, 4.11.2024
Η Νομική Σύμβουλος