Το γνωμοδοτικό μου σημείωμα αναφορικά με την εξ αποστάσεως εργασία, όπως αναρτήθηκε στο site της ΑΔΕΔΥ στις 19.04.2021 (https://adedy.gr/gnvmodotikoshmeiwmasxetikameejapostasewsergasia/):
ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ THN NOMIMOTHTA ΕΚΤΡΟΠΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ
Ι. Τεθέντα υπόψη μου στοιχεία.
ΙΙ. Ερωτήματα.
Συναφώς, μου ετέθησαν τα εξής δύο ερωτήματα:
1. Είναι σύννομη η προαναφερόμενη απόφαση του Προέδρου του ΔΣ του ΜΤΠΥ;
2. Με ποιόν τρόπο δύναται ο εξ αποστάσεως εργαζόμενος του ΜΤΠΥ να εξυπηρετεί τηλεφωνικά τους πολίτες σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις; |
ΙΙΙ. Απάντηση.
Με το άρθρο 44ο της από 1.5.2020 Π.Ν.Π. «Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα» που κυρώθηκε με το άρθρο 2 ν.4690/2020 προβλέφθηκαν τα εξής:
«1. Προς αντιμετώπιση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 και για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, είναι δυνατόν, να προβλέπονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Εσωτερικών και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, στο σύνολο ή σε μέρος της Επικράτειας, σε δημόσιες υπηρεσίες, ιδιωτικές επιχειρήσεις ή και κατηγορίες αυτών, καθώς και σε οποιουσδήποτε άλλους, δημόσιους και ιδιωτικούς, χώρους συνάθροισης κοινού:
α) υποχρεωτική χρήση μάσκας,
β) μέτρα τήρησης μέγιστης αναλογίας ατόμων ανά ορισμένη επιφάνεια και ελάχιστης απόστασης μεταξύ τους,
γ) μέτρα ατομικής υγιεινής και προστασίας,
δ) ειδικοί κανόνες λειτουργίας».
Κατ’εξουσιοδότηση της ανωτέρω νομοθετικής διατάξεως εξεδόθη στις 17.4.2021 η νυν ισχύουσα με αριθμ. Δ1α/Γ.Π.οικ. 24489/2021 (ΦΕΚ Β΄ 1558/2021) ΚΥΑ για την θέσπιση των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού.
Στο σημείο 2 αυτής υπό την στήλη «ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ» ορίζει τα εξής:
«-υποχρεωτική τηλεργασία στο μέγιστο δυνατό ποσοστό εφόσον συνάδει προς την φύση των καθηκόντων επιπλέον των υπαλλήλων που ανήκουν σε ομάδα αυξημένου κινδύνου
-εξυπηρέτηση κοινού μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις και υποχρεωτικά κατόπιν ραντεβού»
Τα ως άνω προβλεπόμενα μέτρα είναι τα ίδια για όλα τα επίπεδα επιδημιολογικής επιβάρυνσης και δεν έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με αυτά που ίσχυαν σύμφωνα με τις προϊσχύσασες ΚΥΑ που έχουν διαδοχικώς εκδοθεί κατ’εξουσιοδότηση της ανωτέρω ρυθμίσεως της από 1.5.2020 Π.Ν.Π[1].
Σε εκτέλεση των ανωτέρω ΚΥΑ έχουν εκδοθεί ερμηνευτικές εγκύκλιοι του Υπουργείου Εσωτερικών αναφορικά με την διευκρίνιση επιμέρους ρυθμίσεών τους. Σχετικώς εξεδόθη η με αρ. αρ.ΔΙΔΑΔ/Φ69/143/οικ.234 από 8.2.2021 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών με θέμα «Μέτρα και ρυθμίσεις στο πλαίσιο της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορωνοϊού-31η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ».
Στο σημείο 2 της εν λόγω Εγκυκλίου υπό τον τίτλο «ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ» διευκρινίζονται τα εξής:
«Kατόπιν καταγγελιών που έχουν περιέλθει στην Υπηρεσία μας σχετικά με την μη αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών και των δικηγόρων, σας γνωρίζουμε και υπενθυμίζονται τα εξής:
Σύμφωνα με την ισχύουσα ΚΥΑ για τα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, η εξυπηρέτηση κοινού γίνεται μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις και υποχρεωτικά κατόπιν ραντεβού.
Οι ανωτέρω προβλέψεις θα πρέπει να τηρούνται εκατέρωθεν και θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για την αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών, καθώς αποτελεί βασική προτεραιότητα και υποχρέωση των δημοσίων υπηρεσιών. Επιπλέον και κατόπιν σχετικών εκθέσεων ελέγχου από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ) που έχουν κοινοποιηθεί στην Υπηρεσία μας και αφορούν στο εν λόγω ζήτημα, διευκρινίζεται ότι ειδικά σε υπηρεσίες πρώτης γραμμής με βασική αρμοδιότητα την εξυπηρέτηση των πολιτών (ιδίως Δ.Ο.Υ., ΚΕΠ, ΟΑΕΔ, υπηρεσίες e-ΕΦΚΑ κ.α.) θα πρέπει να καταρτίζεται με τέτοιο τρόπο το πλάνο εργασιών ώστε οι υπηρεσίες αυτές να είναι πάντα στελεχωμένες με επαρκές προσωπικό προκειμένου να επιτυγχάνεται με κάθε τρόπο η εξυπηρέτηση των πολιτών. Υπενθυμίζεται ότι θα πρέπει βάσει των σχετικών ρυθμίσεων να εξασφαλίζεται αποτελεσματικά ο προγραμματισμός των ραντεβού επί αποδείξει με κάθε πρόσφορο τρόπο καθώς αυτό αποτελεί και απόδειξη για τη νόμιμη μετάβαση των πολιτών στις δημόσιες υπηρεσίες. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζεται η ευρεία ενημέρωση των ενδιαφερομένων πολιτών σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας κάθε υπηρεσίας. Ειδικότερα, θα πρέπει οι υπηρεσίες με σχετικές αναρτήσεις στις ιστοσελίδες τους ή με οποιονδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο να ενημερώνουν τους πολίτες για τη δυνατότητά τους να επικοινωνούν με τις δημόσιες υπηρεσίες σε συγκεκριμένα τηλέφωνα και σε συγκεκριμένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προκειμένου να προγραμματίσουν ραντεβού, εφόσον δεν είναι δυνατή η με άλλο τρόπο εξυπηρέτηση των πολιτών και βάσει της προτεραιότητας και του επείγοντος χαρακτήρα κάθε υπόθεσης».
Από την ανωτέρω διευκρινιστική πρόβλεψη της προαναφερόμενης εγκυκλίου προκύπτουν τα εξής δύο συμπεράσματα:
α) το μεν ότι είναι ευθύνη της δημόσιας υπηρεσίας να διασφαλίσει την στελέχωσή της με επαρκές προσωπικό, προκειμένου να επιτευχθεί με κάθε τρόπο η εξυπηρέτηση των πολιτών,
β) το δε ότι δεν υφίσταται καμία πρόβλεψη για τον τρόπο εξυπηρέτησης του κοινού από τους εργαζόμενους που παρέχουν τηλεργασία, δεδομένου ότι ο κανόνας παραμένει η εξυπηρέτηση του κοινού με ραντεβού στην υπηρεσία ή με τηλεφωνική επικοινωνία από υπάλληλο που βρίσκεται στην υπηρεσία, με δεδομένη την υποχρέωση της υπηρεσίας να διασφαλίσει την επάρκεια του προσωπικού της.
Και στο σημείο 4 της Εγκυκλίου με τίτλο «Γενικές Οδηγίες» αναφέρονται επί λέξει τα εξής:
«Εφόσον ανακύπτουν ερωτήματα, τα οποία δεν καλύπτονται από τις οδηγίες που έχουν δοθεί με τις σχετικές εγκυκλίους, οι Διευθύνσεις Προσωπικού αποκλειστικά θα απευθύνονται για περαιτέρω πληροφορίες ή διευκρινίσεις στην Υπηρεσία μας, στους αριθμούς που αναγράφονται στην παρούσα εγκύκλιο. Κατόπιν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι δεδομένων των συνθηκών έκτακτης λειτουργίας των Υπηρεσιών με το απολύτως απαραίτητο προσωπικό, η Υπηρεσία μας θα επιλαμβάνεται επί μεμονωμένων ερωτημάτων υπαλλήλων, τα οποία αποστέλλονται απευθείας στο Υπουργείο, μόνο εφόσον αποδεικνύεται ότι έχει λάβει σχετικώς γνώση η Υπηρεσία του υπαλλήλου ή εφόσον συνοδεύονται από την άποψη της Υπηρεσίας, όπου και θα εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά».
Από το σύστημα των ανωτέρω διατάξεων και διευκρινίσεων που παρασχέθηκαν μέσω «οριζόντιας» εγκυκλίου της Γενικής Γραμματέως Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εργασίας για όλο το Δημόσιο προκύπτουν τα εξής επιμέρους συμπεράσματα:
α. Ότι παραμένει νομοθετικώς αρρύθμιστο το επακριβές πλαίσιο παροχής τηλεργασίας στο Δημόσιο.
β. Ότι δεν έχουν εξειδικευτεί συναφώς ζητήματα που αφορούν αμοιβαίως τις υποχρεώσεις και δικαιώματα εργαζομένων-εργοδοτών κατά την παροχή τηλεργασίας.
γ. Ότι λόγω του προαναφερόμενου κανονιστικού ελλείμματος φέρεται[2] να επίκειται η κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων προς θέσπιση των απαραίτητων κανόνων και εγγυήσεων αναφορικά με τους όρους παροχής τηλεργασίας εκ μέρους των εργαζομένων.
δ. Ότι ειδικώς στο πεδίο του δημοσίου τομέα, οι σχετικές εγκύκλιοι της Γενικής Γραμματείας Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών δεν διαλαμβάνουν ειδικότερες προβλέψεις για τον τρόπο εξυπηρέτησης των πολιτών από τους εργαζόμενους που παρέχουν τηλεργασία, ενώ ταυτόχρονα οι προαναφερόμενες εγκύκλιοι προβλέπουν ρητώς ότι οι Διευθύνσεις Προσωπικού οφείλουν να απευθύνονται αποκλειστικά στην ανωτέρω Γενική Γραμματεία για όσα ζητήματα δεν καλύπτονται από τις οδηγίες τούτης, που έχουν δοθεί με τις σχετικές εγκυκλίους.
Συνεπώς ως προς το πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι ότι ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΜΠΤΥ στερείται αρμοδιότητας και κανονιστικής εξουσίας να εκδώσει απόφαση με το περιεχόμενο που φέρει η με αρ. 16028/09/04/21 απόφασή του, ήτοι να ορίσει ότι «οι εργαζόμενοι του ΜΤΠΥ υποχρεούνται σε εκτροπή της τηλεφωνικής τους γραμμής (είτε σε σταθερό είτε σε κινητό τηλέφωνο) προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα τηλεφωνικής εξυπηρέτησης των πολιτών στα πλαίσια της παροχής εξ αποστάσεως εργασίας», με δεδομένο ότι:
α) δεν υπάρχει καμία εξουσιοδοτική διάταξη στα νομοθετήματα που προπαρατέθηκαν που να του δίδει παρόμοια κανονιστική εξουσία[3],
β) η έκδοση οιασδήποτε αποφάσεως αφορά σε ζητήματα που δεν καλύπτονται από την ΚΥΑ για τα έκτακτα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας ή τις εγκύκλιους του Υπουργείου Εσωτερικών, προϋποθέτει την υποχρεωτική προηγούμενη αποστολή ερωτήματος στην Γενική Γραμματεία Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών,
γ) σε κάθε περίπτωση από τις διατάξεις του π.δ. 422/1982 περί ΜΤΠΥ προκύπτει αφ’ενός μεν ότι ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΜΤΠΥ δεν μπορεί να ενεργήσει χωρίς προηγουμένως να υπάρχει απόφαση του ΔΣ[4], ενώ και το τελευταίο στερείται πρωτογενούς εξουσίας προς ρύθμιση των ανωτέρω ζητημάτων, τα οποία ως αποδεικνύεται και στην πράξη απαιτούν την θέσπιση κανόνων δικαίου μέσω του ελληνικού Κοινοβουλίου[5].
Με την επιφύλαξη ασφαλώς της επικύρωσης των κατωτέρω αναφερομένων από σαφή διευκρίνιση του Υπουργείου Εσωτερικών ή μέχρι την παροχή της απαιτούμενης διευκρίνισης, εφόσον αποσταλεί σχετικό ερώτημα από το ΜΤΠΥ, παρατηρείται η ύπαρξη νομοθετικού κενού, η οποία πρέπει να καλυφθεί μέσω ερμηνείας των υφιστάμενων κανόνων δικαίου και συγκερασμού αφ’ενός μεν της ανάγκης ομαλής και απρόσκοπτη λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας, στην οποία περιλαμβάνεται η τηλεφωνική εξυπηρέτηση των πολιτών, αφ’ετέρου της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων του ΜΤΠΥ που παρέχουν τηλεργασία.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 9 εγγυάται τα εξής:
«1. H κατοικία του καθενός είναι άσυλο. H ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη».
Το άρθρο 9Α του Συντάγματος εγγυάται τα ακόλουθα:
«Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει».
Το άρθρο 27 παρ.2 ν.3528/2007 (=ΥΚ) ορίζει τα εξής:
«2. Ο υπάλληλος οφείλει κατά την άσκηση των καθηκόντων του να συμπεριφέρεται με ευπρέπεια στους διοικούμενους και να τους εξυπηρετεί κατά τη διεκπεραίωση των υποθέσεων τους».
Το άρθρο 29 παρ.1 ΥΚ ορίζει τα εξής:
«Χρόνος παροχής εργασίας
Το άρθρο 44 ΥΚ ορίζει τα εξής:
«Όροι υγιεινής και ασφάλειας
Το άρθρο 4 παρ.1 ν. 1568/1985[6] «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων» ορίζει τα εξής:
«Για την εφαρμογή του νόμου αυτού, ως τόπος εργασίας νοείται κάθε χώρος όπου βρίσκονται ή μεταβαίνουν οι εργαζόμενοι εξαιτίας της εργασίας τους και που είναι κάτω από τον έλεγχο του εργοδότη».
Το άρθρο 19 παρ. 1 ν.1568/1985 προβλέπει ότι «ο εργοδότης οφείλει να συντηρεί τους τόπους εργασίας και να μεριμνά για την κατά το δυνατό άμεση αποκατάσταση των ελλείψεων, που έχουν σχέση με την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων. Αν από τις ελλείψεις αυτές προκαλείται άμεσος και σοβαρός κίνδυνος για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, πρέπει να διακόπτεται αμέσως η εργασία, στο σημείο που εμφανίζονται οι ελλείψεις, μέχρι την αποκατάστασή τους» και το άρθρο 32 ότι «Α. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση: 1. Να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται, ώστε να εξασφαλίζονται οι εργαζόμενοι και οι τρίτοι που παραβρίσκονται στους τόπους εργασίας από κάθε κίνδυνο που μπορεί να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα… 3. Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας…».
Από το συνδυασμό των ανωτέρω συνταγματικών και νομοθετικών διατάξεων προκύπτουν τα εξής επιμέρους συμπεράσματα:
Από τα τεθέντα υπόψη μου περιστατικά δεν προκύπτει άλλωστε ότι έχει εκπονηθεί από το ΜΤΠΥ μελέτη εκτίμησης του αντικτύπου μίας τέτοιας τεχνικής λύσης που φέρεται να προκαλεί δραστική επέμβαση στις ατομικές ελευθερίες των εργαζομένων εξ αποστάσεως, ούτε προηγούμενη γνωμοδότηση της Ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα[8]. Ομοίως, από τα τεθέντα υπόψη μου στοιχεία δεν προκύπτει συγκατάθεση των εργαζομένων σε παρόμοιο περιορισμό των ατομικών τους ελευθεριών[9].
α) αφ’ενός μεν «το δικαίωμα αποσύνδεσης του υπαλλήλου (το δικαίωμα δηλαδή να απέχει πλήρως από την εργασία, να μην επικοινωνεί ψηφιακώς και να μην απαντά σε τηλεφωνήματα ηλεκτρονικά μηνύματα κλπ εκτός ωραρίου εργασίας και κατά την διάρκεια των νόμιμων αδειών του»
β) αφ’ετέρου η υποχρεωτική παροχή του αναγκαίου εξοπλισμού εκ μέρους του εργοδότη: «Κατά την τηλεργασία, ο εργοδότης αναλαμβάνει το κόστος που προκαλείται στον εργαζόμενο από τη μορφή αυτή εργασίας και ειδικότερα των τηλεπικοινωνιών. Παρέχει στον εργαζόμενο τεχνική υποστήριξη για την παροχή της εργασίας του και αναλαμβάνει να αποκαταστήσει τις δαπάνες επισκευής των συσκευών που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεσή της ή να τις αντικαταστήσει σε περίπτωση βλάβης. Η υποχρέωση αυτή αφορά και στις συσκευές που ανήκουν στον εργαζόμενο, εκτός εάν στη σύμβαση ή στη σχέση εργασίας ορίζεται διαφορετικά. Στη σύμβαση ή στη σχέση εργασίας ορίζεται ο τρόπος χρηματικής αποκατάστασης εκ μέρους του εργοδότη της χρησιμοποίησης του οικιακού χώρου εργασίας του εργαζομένου. Οι σχετικές δαπάνες καλύπτονται σε μηνιαία βάση, δεν αποτελούν αποδοχές, αλλά εκπιπτέα δαπάνη για την εργοδοτική επιχείρηση, και δεν υπόκεινται σε οποιοδήποτε φόρο ή τέλος ούτε οφείλονται επί αυτών ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη ή εργαζομένου».
Η με αριθ.16028/09/04/21 απόφαση του Προέδρου του ΔΣ του ΜΤΠΥ δεν είναι σύννομη με δεδομένο ότι: α) δεν υπάρχει καμία εξουσιοδοτική διάταξη στα νομοθετήματα που θεσπίζουν μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας κατά της πανδημίας για την ρύθμιση του τρόπου παροχής τηλεργασίας από τους εργαζομένους στο Δημόσιο, β) η έκδοση οιασδήποτε αποφάσεως αφορά σε ζητήματα που δεν καλύπτονται από την ΚΥΑ για τα έκτακτα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας ή τις εγκύκλιους του Υπουργείου Εσωτερικών, προϋποθέτει την υποχρεωτική προηγούμενη αποστολή ερωτήματος στην Γενική Γραμματεία Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών, γ) σε κάθε περίπτωση από τις διατάξεις του π.δ. 422/1982 περί ΜΤΠΥ προκύπτει αφ’ενός μεν ότι ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΜΤΠΥ δεν μπορεί να ενεργήσει χωρίς προηγουμένως να υπάρχει απόφαση του ΔΣ, ενώ και το τελευταίο στερείται πρωτογενούς εξουσίας προς ρύθμιση των προαναφερόμενων ζητημάτων.
Αθήνα, 19.04.2021
Η γνωμοδοτούσα δικηγόρος
[1] Βλ. αντί πολλών τις ΚΥΑ που δημοσιεύθηκαν διαδοχικώς στα ΦΕΚ Β΄ 5486/2020, ΦΕΚ Β΄ 5350/2020, ΦΕΚ Β’ 30/2021, ΦΕΚ Β’ 89, Β’ 186, ΦΕΚ Β’ 454.
[2] Βάσει εξαγγελιών του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και σχετικών δημοσιευμάτων του Τύπου.
[3] Ιδίως στο άρθρο 44ο της από 1.5.2020 ΠΝΠ που κυρώθηκε με το άρθρο 2 ν.4690/2020 και στο άρθρο πρώτο της από 25.2.2020 ΠΝΠ που κυρώθηκε με το άρθρο 1 ν.4682/2020.
[4] Από τα τεθέντα υπόψη μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι προηγήθηκε απόφαση του ΔΣ του ΜΤΠΥ. Βλ. άρθρο 4 και 8 π.δ. 422/1981.
[5] Βλ. ρητώς ΟλΣτΕ 710/2017 για το ζήτημα της ειδικότητας της εξουσιοδοτήσεως που πρέπει νομοθετικώς να παρέχεται στο ΔΣ του Ταμείου για να είναι σύννομη η σχετική απόφασή του:«10. Επειδή, δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου αρμοδιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου του καθού ΜΤΠΥ ούτε παρέχεται σ` αυτό εξουσιοδότηση προς έκδοση κανονιστικών πράξεων με περιεχόμενο τον καθορισμό των κατηγοριών προσώπων που υπάγονται στην ασφάλισή του. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση του Δ.Σ. του καθού ΜΤΠΥ, με την οποία, χωρίς σχετικό νομοθετικό έρεισμα, επιχειρείται ρύθμιση κανονιστικού περιεχομένου και συγκεκριμένα η διεύρυνση του κύκλου των προσώπων που υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ταμείου αυτού, είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση (πρβ. ΣτΕ Ολομ. 4755/2012)».
[6] Η εφαρμογή των διατάξεων του ανωτέρω νόμου επεκτάθηκε στο Δημόσιο και στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης σύμφωνα με το άρθρο 1 της με αρ.88555/3293/1988 κοινής υπουργικής αποφάσεως «Υγιεινή και ασφάλεια του προσωπικού του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α.» (Β΄ 721), που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του ν. 1836/1989 (Α΄ 79). Στο δε άρθρο 2 της ίδιας Κ.Υ.Α. ορίστηκε ότι «Όπου στο Ν. 1568/1985 αναφέρεται ο όρος «επιχείρηση» ή «εργοδότης» νοείται για την εφαρμογή του παρόντος «Υπουργείo… ή Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης».
[7] Πρβλ. ΣτΕ 1594/2010 σκ.4.
[8] Ούτε προηγούμενη διαβούλευση με την εποπτική αρχή και τους αρμόδιους φορείς όπως απαιτεί το άρθρο 35 του ΓΚΠΔ(Κανονισμού 2016/679/ΕΕ και το άρθρο 13 (περ.γ) του ν.4624/2019.
[9] Βλ. άρθρο 27 παρ.2 ν.4624/2019:
«2. Στην περίπτωση που η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εργαζομένου έχει κατ εξαίρεση ως νομική βάση τη συγκατάθεσή του, για την κρίση ότι αυτή ήταν αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κυρίως:
..
β) οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες χορηγήθηκε η συγκατάθεση. Η συγκατάθεση παρέχεται είτε σε έγγραφη είτε σε ηλεκτρονική μορφή και πρέπει να διακρίνεται σαφώς από τη σύμβαση εργασίας. Ο εργοδότης πρέπει να ενημερώνει τον εργαζόμενο είτε σε έγγραφη είτε σε ηλεκτρονική μορφή σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμά του να ανακαλέσει τη συγκατάθεση σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ».
[10] Βάσει δημοσιευμάτων του Τύπου.